7 Οκτ 2024

Αγριομερνός Σάμου: To μυστήριο με το σπήλαιο στα κοφτερά βράχια της ακτής

Άγριο, δυσπρόσιτο, απροσπέλαστο. Έτσι είναι το τοπίο στη βορειοδυτική Σάμο κι έτσι εξηγείται το τοπωνύμιο Αγριομερνός (Agrio Mernos) και το όνομα Μεγάλο Σεϊτάνι (από την τουρκική λέξη Seytan-διάβολος), που καλύπτουν ένα κομμάτι της περιοχής αυτής στο νησί. Ο Αγριομερνός είναι τα κοφτερά και απότομα βράχια της ακτής στο Μεγάλο Σεϊτάνι, 200 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στις πλαγιές του όρους Κέρκης, στο βορειοδυτικό τμήμα στο νησί του Πυθαγόρα.

Κι εκεί κρυμμένο μέσα σε βράχο, μακριά από το οδικό δίκτυο, βρίσκεται το σπήλαιο Αγριομερνού, στο οποίο φτάνει κανείς διασχίζοντας ένα απότομο μονοπάτι. Ανακαλύφθηκε το 2016 από τον Εμμανουήλ Τριανταφύλλου, κατά τη διάρκεια εξερεύνησης του Σπηλαιολογικού Συλλόγου Σάμου «Ο Ευπαλίνος», ο οποίος άμεσα ενημέρωσε την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας, αρμόδια για την αρχαιολογική έρευνα στα ελληνικά σπήλαια. Ακολούθησε έρευνα των αρχαιολόγων-σπηλαιολόγων της Εφορείας σε απομονωμένη και δυσπρόσιτη αίθουσα του σπηλαίου, που έφερε στο φως προϊστορικά ευρήματα της 5ης και 2ης χιλιετίας π.Χ., μεταξύ των οποίων αγγεία και ανθρώπινες ταφές.




Πριν από λίγες μέρες μάλιστα δημοσιεύτηκαν στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Advances in Archaeomaterials τα πρώτα εντυπωσιακά αποτελέσματα της αρχαιολογικής έρευνας που διεξάγουν από το 2016 αρχαιολόγοι-σπηλαιολόγοι της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας του υπουργείου Πολιτισμού προκαλώντας το ενδιαφέρον της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας.


Η ανακάλυψη του σπηλαίου και ειδικότερα του πολύτιμου αρχαιολογικού θησαυρού στο εσωτερικό του αποτελούν την πρώτη απόδειξη ότι υπήρχε οργανωμένη ανθρώπινη δραστηριότητα κατά τη Νεολιθική και την Εποχή του Χαλκού στο δυτικό και ορεινό τμήμα της Σάμου, καθώς μέχρι τώρα η έρευνα είχε δείξει πως η κατοίκηση ήταν μόνο στη νοτιοανατολική πλευρά της.


Τα περισσότερα κλειστού τύπου αγγεία και μικρά πιθάρια (κρατηρίσκοι) μοιάζουν με αυτά που έχουν βρεθεί σε προϊστορικούς οικισμούς στη νότια Σάμο, στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αλλά και τις Κυκλάδες και χρονολογούνται στην Εποχή του Χαλκού. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι, παρότι εξωτερικά μοιάζουν, τα αγγεία του σπηλαίου αντιπροσωπεύουν πολλά διαφορετικά σημεία γεωγραφικής προέλευσης: κάποια συμπίπτουν με αγγεία στο Κάστρο-Τηγάνι και το Ηραίο, γνωστές αρχαιολογικές θέσεις που βρίσκονται στην άλλη άκρη του νησιού, ενώ άλλα σχετίζονται με περιοχές κοντινές στο σπήλαιο, καθώς αναγνωρίζονται πρώτες ύλες που συνδέονται με το όρος Κέρκης είτε με περιοχές ανατολικά από το Καρλόβασι ή την περιοχή Μαραθόκαμπου-Κοσμαδαίων. Ενδιαφέρον ωστόσο έχει ένα αγγείο της 2ης χιλιετίας π.Χ., το οποίο είναι εισαγμένο, πιθανότατα από τη Νάξο.


Τα επιστημονικά συμπεράσματα δείχνουν ότι ο Αγριομερνός, παρότι βρίσκεται σε δυσπρόσιτο σημείο, σε καμία περίπτωση δεν ήταν απομονωμένη θέση στην προϊστορία και ότι, γενικότερα, η προϊστορική Σάμος χαρακτηριζόταν από κινητικότητα και διασύνδεση των πληθυσμών της, από τη μία άκρη του νησιού στην άλλη, αλλά και από επαφές με άλλα νησιά του Αιγαίου. Στο πλαίσιο αυτό, τον Αγριομερνό φαίνεται ότι επισκέπτονταν όχι μία μόνο ομάδα αλλά ίσως περισσότερες που απέθεταν εκεί τα αγγεία τους και εκτελούσαν τις τελετουργικές προσφορές τους.

Με την έννοια αυτή, το μνημείο επεκτείνει τις υπάρχουσες γνώσεις για την προϊστορική τοπογραφία του νησιού. Δεδομένου μάλιστα ότι ο Αγριομερνός βρίσκεται σε μια απόκρημνη πλαγιά, με δύσκολη πρόσβαση, φαίνεται πως το σπήλαιο χρησιμοποιούνταν για λατρευτικούς σκοπούς, παρά για κατοίκηση, έστω και περιοδική. Το γεγονός αποδεικνύουν και τα αγγεία που εξυπηρετούσαν τέτοιους σκοπούς, όπως και οι συνθήκες του απόλυτου σκοταδιού, της θερμοκρασίας και της υγρασίας, που δεν ευνοούν την οικιακή χρήση. Επίσης, κανένα αρχιτεκτονικό ή άλλο στοιχείο -μέχρι στιγμής- δεν μπορεί να συνδεθεί με κατοίκηση του σπηλαίου Αγριομερνού, για το οποίο σημειώνεται πως δεν είναι επισκέψιμο.


Την αρχαιολογική έρευνα στον Αγριομερνό διεξήγαγαν οι αρχαιολόγοι της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας Ανδρέας Ντάρλας Προϊστάμενος της Εφορείας, Φώτης Γεωργιάδης Προϊστάμενος του Τμήματος Βόρειας Ελλάδας, Αναστάσιος Σύρος και Στέλλα Κατσαρού. Τις αναλύσεις που δημοσιεύονται στο επιστημονικό άρθρο πραγματοποίησαν ο Σέργιος Μενελάου και η Edyta Marzec, ερευνητές του εργαστηρίου Fitsch της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα και του Πανεπιστημίου της Κύπρου.

Πηγή: voria.gr (Ρεπορτάζ: Μαρία Ριτζαλέου)
*Φωτογραφίες από το αρχείο της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΓΡΑΨΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ ΣΤΑ ALERTS ΤΟΥ ΣΑΜΙΑΚΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ

Δώστε μας ένα Email σας για να μαθαίνετε πρώτοι τι συμβαίνει

* indicates required