Ομως, όλη αυτή η ένταση και όλες αυτές οι απειλές γεννούν στο 16χρονο μυαλό μου αρκετά ερωτήματα: Αξίζει στ’ αλήθεια να είναι τεταμένες, εάν είναι, οι σχέσεις του ελληνικού και του τουρκικού λαού; Εχουν κάτι να χωρίσουν οι δύο αυτοί πολιτισμοί; Είναι ηθική αυτή η πολιτική ρήξη μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας; Αρχικά, θεωρώ πως ο κόσμος μας θα ήταν τελείως διαφορετικός αν είχαμε σχέσεις συνεργασίας με τον γείτονα λαό. Αυτά που μας ενώνουν είναι πολλά περισσότερα από αυτά που υποθετικά μας χωρίζουν. Ουσιαστικά, το μόνο που μας χωρίζει με εκείνους είναι μία θάλασσα. Ετσι, με ένα θετικό κλίμα θα μπορούσαμε κάλλιστα να συνάψουμε φιλικότατα δεσμά με τους γείτονές μας. Επειτα, δεν θεωρώ πως υπάρχει κάτι για να χωρίσουμε. Από άποψη κουλτούρας και καθημερινότητας, οι κάτοικοι των μικρασιατικών παραλίων μοιάζουν πολύ με εμάς. Πολλοί θα πουν πως μιλάνε άλλη γλώσσα και έχουν άλλη θρησκεία, εγώ όμως θα απαντήσω πως το ποσοστό των Τούρκων που εγκαταλείπουν τη μουσουλμανική θρησκεία ανεβαίνει όλο και περισσότερο και τα αγγλικά είναι μια υπέροχη μέση οδός και για τους δυο μας.
Σίγουρα όλα αυτά είναι ολίγον τι πασιφιστικά και ουτοπικά, παρ’ όλα αυτά επιτρέψτε μου ως νέος να ονειροπολώ, να κάνω θεωρίες και να στηρίζομαι πάνω στην ελπίδα, μια και αυτή αφορά το μέλλον, όχι το δικό μου προσωπικά, αλλά το μέλλον του συνόλου. Τέλος, σχετικά με την πολιτική ένταση, τη θεωρώ απολύτως «ανήθικη», αφού οι πολιτικοί έχουν καταπιαστεί από ένα θέμα που επηρεάζει με ευκολία τον αδύναμο πνευματικά λαό και εκμεταλλεύονται προς το συμφέρον τους το θέμα που πουλάει περισσότερο από όλα τα άλλα, αυτό του ελληνο-τουρκικού ζητήματος. Αντί να κατηγορούμε λοιπόν τον γείτονα λαό, μήπως θα πρέπει να αρχίσουμε να κατηγορούμε τη γείτονα κυβέρνηση που εδώ και χρόνια προς όφελός της πλάθει όπως επιθυμεί εκείνη τη ροή των γεγονότων;
Λαμπρό παράδειγμα ευγενούς συνεργασίας είναι η Σμύρνη πριν από το θλιβερό συμβάν του 1922, μέσα στην οποία ο ελληνικός πληθυσμός συμπορευόταν για χρόνια με τους Τούρκους, τους Λεβαντίνους, τους Εβραίους, τους Αρμενίους. Οχι μόνο υπήρχαν αξιοθαύμαστες σχέσεις μεταξύ αυτών των πολιτισμικών ομάδων, αλλά υπήρχε και εύκαρπη εμπορική και οικονομική ανάπτυξη. Η γειτονική Σμύρνη, και τόπος καταγωγής μου, υπήρξε στην κορυφή των μεσογειακών πόλεων εξαιτίας αυτής της μουλτι-κουλτουραλιστικής ένωσης. Αυτό έτσι καμιά φορά με βάζει σε σκέψη: Πώς θα ήταν άραγε μια ανάλογη νοητή ένωση στις μέρες μας; Λόγου χάρη, κάτι σαν τις Σκανδιναβικές χώρες, που είναι εντελώς ανεξάρτητες και αυτόνομες, παρ’ όλα αυτά συνεργάζονται η μία με την άλλη με τεράστιο όφελος και σε αυτές βλέπουμε το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα καλής γειτονίας.
Κλείνοντας, θέλω να τονίσω την ανάγκη ενός μέλλοντος με ειρηνικό κλίμα και με ένα συνολικό bona fide (καλή τη πίστη λατινιστί). Επιθυμώ να ζήσω σε ένα νησί που δεν θα είναι πλέον, και κυριολεκτικά και μεταφορικά, ανάμεσα σε αυτό το διπλωματικό πεδίο μάχης και που, στον αντίποδα, θα είναι ένα από τα ενδοξότερα παραδείγματα ανάπτυξης της φιλίας, της οικονομίας, της ψυχαγωγίας και της καλής γειτνίασης μεταξύ δύο λαών με τόσα κοινά.»
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου