Την παρουσία τους στον συλλογικό τόμο με ένα αφήγημά τους κάνουν η Έρη Ρίτσου, η Έλενα Χουσνή και ο Λουκάς Τζόγιας. Τη συνοπτικότερη μάλιστα –τρεις όλες κι όλες σελίδες– κάνει η Έρη Ρίτσου. Αντίθετα ο Μιχάλης Ζαμπούνης δημοσιεύει 7 μικρές ιστορίες του, οι οποίες καλύπτουν 15 σελίδες, πολύ λιγότερες από τις 28 των τριών παραμυθιών της Κούλας Καραμηνά Πόθου, η οποία καταλαμβάνει τον μεγαλύτερο χώρο από τους συμμετέχοντες. Με δυο λόγια η ζυγαριά δεν ισορροπεί πουθενά, κανένα κριτήριο δεν τηρείται όσον αφορά τους ψυχρούς αριθμούς.
Αλλά και τα περιεχόμενα, εξεταζόμενα από ειδολογική άποψη, αφίστανται μεταξύ τους, διότι καλύπτουν μια ευρεία γκάμα της πεζογραφίας και των αναγνωστικών προτιμήσεων κάθε ηλικίας. Μια αδρομερής –άτυπη βεβαίως– κατάταξή τους θα μπορούσε να τα ταξινομήσει σε δυο μεγάλες κατηγορίες: 1. σε κλασικά, μυθολογικά και ποιητικότροπα παραμύθια και 2. σε (ευφάνταστα) διηγήματα και σε φανταστικές ιστορίες σαν παραμύθια. Συνδετικός κρίκος που τα συνέχει από το εξώφυλλο μέχρι την τελευταία σελίδα είναι η υπέρβαση της ρεαλιστικής γραφής, η θετική ενέργεια των προσώπων και των προσωποποιημένων στοιχείων, η θαλασσινή αύρα, το νησιώτικο περιβάλλον και η συγκαλυμμένη διάθεση για την ύπαρξη ενός ουμανιστικού μηνύματος, μιας ανατροπής των γκρίζων τοπίων της σκληρής καθημερινότητας που μας περιβάλλει.
Ανάμεσά τους θα συναντήσουμε έμμετρα παραμύθια για μικρά παιδιά με στόχο τη διέγερση της φαντασίας, τον σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος και την ακουστική απόλαυση με τη χρήση άψογου τροχαϊκού μέτρου και της κατά περίπτωση ευρηματικής ομοιοκαταληξίας και της ανθρωπόμορφης προσωποποίησης («Η υπόσχεση του παιδιού» της Έρης Ρίτσου που θα μπορούσε να αυτονομηθεί εκδοτικά με κατάλληλη εικονογράφηση), καθώς και μυθοπλασίες από τις λαϊκές παραδόσεις μέσα από μια εναλλασσόμενη ποιητική και πεζόμορφη γραφή στο «Ο Άρης κι ο Καλικαντζάρης» της Κούλας Καραμηνά Πόθου.
Πάντως τα παραμύθια με την κλασική έννοια του όρου και επιδίωξη την έξαψη της φαντασίας και την αισθητική απόλαυση υπερισχύουν. Πρώτη τα εγκαινιάζει με τον καλύτερο τρόπο η Άννα Ασημίνα: μια κούκλα αφηγείται σε άλλες κούκλες την προσφυγική της περιπέτεια για να γλιτώσει από τον πόλεμο («Λουλακιώ, η προσφυγοπούλα»), ένα ιπτάμενο παραμύθι ταξιδεύει σε όλες τις χώρες του κόσμου για να χαρίσει με τα δώρα που συλλέγει χαρά και διασκέδαση στα παιδιά («Μια φορά ήταν ένα παραμύθι»), κι ένα αλαφροΐσκιωτο κορίτσι βρίσκει στον σύντροφό της τις δικές της ιδιαιτερότητες και εγκαθιστά την ηρεμία στην οικογένειά της με αποτέλεσμα όλοι να ζούνε καλά κι εμείς καλύτερα… («Καλλιόπη»).
Στο παραμύθι του Φώτη Βλάχου «Πρωταθλητής κολύμβησης», ένα υπέρ-νοήμον γαϊδουράκι, με αισθήματα, φιλικότητα και σχεδόν ανθρώπινη συμπεριφορά, γίνεται αντικείμενο μεγάλης αγάπης καταρχήν από το νεαρό κύριό του και στη συνέχεια από την τοπική κοινωνία, εξαιτίας μιας ηρωικής διάσωσης στη θάλασσα, πράξη με την οποία ανατρέπει τις αμφιβολίες που διατηρούσε γι’ αυτό ο περίγυρος του χωριού. Στο μεταίχμιο του παραμυθιού και της μυθιστορίας κινείται το δεύτερο αφήγημα του Βλάχου, «Στο νησί της κυρά Φώκιας». Οι απαρχές του διατρέχονται από μυθικά και υφέρποντα από την απλή ζωή στοιχεία, από τη μοναχικότητα, τη δύναμη του έρωτα και από τη μετανάστευση. Η θάλασσα είναι παρούσα, η συμβολή της στην εξέλιξη της πλοκής δεσπόζουσα. Το τοπίο τόσο νησιωτικό, που τα αρώματα και η αρμύρα εισβάλλουν στα ενδότερα της ψυχής.
Παραμύθια με έντονη προφορικότητα, μεγάλη διάρκεια, παρεκκλίσεις, εγκιβωτισμούς, επεξηγήσεις και μεταπλάσεις προϊστορικών μύθων και λαϊκών παραδόσεων, με δημοτικά και δημοτικογενή τραγούδια είναι η «Εφταλουτρού» και «Ο θησαυρός της Αλισαβώς» της Κούλας Καραμηνά.
Τα αφηγήματα του Μ. Ζαμπούνη απαιτούν δεύτερη ανάγνωση, συζήτηση, προκαλούν προβληματισμό. Είναι αλληγορικές ιστορίες. Απευθύνονται σε εφήβους και ενήλικες. Το «Ένα μικρό παιδί στην άκρη της θάλασσας» καλλιεργεί τις προϋποθέσεις δημιουργίας ενός δυνατού ριψοκίνδυνου χαρακτήρα, ο οποίος δεν αρκείται στην ασφάλεια της στεριάς, αλλά αγωνίζεται να ενώσει τη μοίρα του με το υγρό στοιχείο. Στο «Ένας ιππότης με ξεχωριστό σχέδιο» η ουτοπία με τη μορφή ενός γηραλέου ιππότη συναντιέται με την υπομονή, τη σύνεση και τα κόστη που έχουν οι αγώνες για την επικράτηση του καλού. Στη «Μικρή ανατολή» ο φόβος και το σκοτάδι ανατρέπονται από τον ήλιο και το φως, ενώ στην «Τριανταφυλλιά των πάγων» η αλληγορία και η πολυσημία μάς προσφέρουν πολλές εκδοχές. Η 100στή επέτειος του διαγωνισμού ανάμεσα στο λαγό και τη χελώνα κρύβει μια αναπάντεχη ανατροπή. Ο μύθος αναδιατάσσεται, τα δεδομένα επιτρέπουν να διαπιστώσουμε πως μόνο με θυσίες, πόνο και υπερβάσεις αλλάζουμε τη μοίρα μας προς το καλύτερο, γιατί στη ζωή όλα μπορεί να συμβούν… Στην «Αχτίδα» ο κρυμμένος θησαυρός του αφηγήματος επιτρέπει στην ελπίδα να παραμείνει ενεργή ανάμεσα στην καταστροφή, ακριβώς όπως και στην «Ελπίδα» της Νίτσας Κιάσσου, αν και σε αυτή είναι εμφανώς διακριτά τα χαρακτηριστικά του παραμυθιού και δίνεται έμφαση στην τρυφερότητα, στην αλληλεγγύη, στην φυσιολατρία στο πλαίσιο ακριβώς που κινείται και το δεύτερο παραμύθι της, που εξαίρει τη σημασία του νερού στη ζωή, θίγει το ζήτημα των κλιματικών αλλαγών από την αλόγιστη χρήση των υδάτινων πόρων σε συνδυασμό με τις ανεξάντλητες δυνάμεις της αθωότητας, του καλού και της ανθρωπιάς.
«Η μικρή Μουριόμ και η καλή θάλασσα» του Σταύρου Κουτράκη δεν είναι παραμύθι. Είναι ένα συγκινητικό διήγημα με υπερρεαλιστικά στοιχεία, μέσα στο οποίο περιγράφεται ο πνιγμός ενός παιδιού στον αφιλόξενο πόντο που χωρίζει τη δυστυχία από την ευτυχία. Ένα διήγημα που σε ορισμένα σημεία του μετατρέπεται σε κραυγή αγωνίας και οδύνης για τον άδικο χαμό αθώων υπάρξεων σχεδόν πριν προλάβουν να ονειρευτούν. Αντιστικτικά, μια και γίνεται λόγος για τον Κουτράκη, στο μυθολογικό παραμύθι του «Τζιτζίκι και μυρμήγκια» στην ελεύθερη μετάπλαση του σχετικού αισώπειου μύθου κυριαρχεί το χιούμορ σε ένα ευφάνταστο θεατρικό μονόπρακτο για παιδιά.
«Ο χάρτης» του Λουκά Τζόγια είναι ίσως το πιο αντισυμβατικό αφήγημα του βιβλίου από την άποψη της σύλληψης και της ανάμιξης του έλλογου με το παράλογο. Η αχαλίνωτη φαντασία και η ποιητική ενόραση συνθέτουν ένα οδοιπορικό, ένα ταξίδι ιδιότυπων πειρατών από έναν άγνωστο τόπο και χρόνο σε έναν άλλο άγνωστο τόπο και χρόνο με τη βοήθεια ενός ανύπαρκτου χάρτη με διαισθητική λειτουργία. Τα μηνύματά του στοχεύουν σε ενήλικες και εφήβους.
Η συμμετοχή της Έλσας Χίου περιλαμβάνει τρία παιδικά διηγήματα «Το γλαρόπουλο του Στέφανου», το «Χαρταετοί πάνω από τη θάλασσα» και το «Η κοτούλα η συρταρού». Σε όλα προτάσσεται με δεξιοτεχνία η αξεπέραστη δύναμη της φύσης και η ανυπόκριτη αγάπη για ζώα και ανθρώπους: για το γλαρόπουλο, την κοτούλα, για τα ταλαιπωρημένα προσφυγόπουλα.
Ασφαλώς και είναι σύμπτωση αλλά ταιριάζει πολύ στο τέλος του βιβλίου να βρίσκεται «Ο Χρωμπέν των ευχών» της Έλενας Χουσνή, ένας ονειροπόλος προέφηβος που ελπίζει και εύχεται «για να είναι χαρούμενοι οι άνθρωποι πρέπει να δίνουμε χρώματα στις λέξεις. Και πολλή αγάπη». Όντως, στο εξαιρετικά ενδιαφέρον από κάθε άποψη βιβλίο της Ηδύλης αναβλύζουν πολλή αγάπη και λέξεις χρωματιστές που μας κάνουν να ονειρευόμαστε.
Από την έντυπη έκδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου