Για τους Πόντιους το Πάσχα αποτελούσε την μεγαλύτερη και σπουδαιότερη εορτή του ετήσιου εορτολογικού κύκλου. Ο άφθονος φυτικός στολισμός ναών και οικιών, οι πανηγυρικές και εορταστικές ενδυμασίες και εκδηλώσεις, ακόμη και οι εθνικές και πατριωτικές προεκτάσεις που στη συνείδηση των Ποντίων δίνονταν στις εορταστικές συνάξεις των ημερών αυτών, αποτελούσαν εκδηλώσεις αυτής της ιδιαίτερης θέσης την οποία απέδιδαν οι άνθρωποι στη συγκεκριμένη εορτή.
Από την άλλη πλευρά, ο ανοιξιάτικος εορτασμός του Πάσχα και η έννοια της ανάστασης από τον κόσμο των νεκρών έδιναν στην εορτή αυτή και διαβατήριες, γονιμικές και ευγονικές προεκτάσεις, δεδομένου ότι στη συνείδηση των ανθρώπων συνδέονταν με την θεωρούμενη ως ανάσταση της φύσης μετά τον χειμωνιάτικο «θάνατό» της. Μια ανάσταση άμεσα συνδεόμενη με την ανθοφορία και την προετοιμαζόμενη καλοκαιρινή ανθοφορία, αφού φύση και θρησκευτικότητα αποτελούν πραγματικότητες άμεσα συνδεμένες στις αγροτικές και κτηνοτροφικές κοινωνίες, όπως εκείνες του Πόντου.
Το Σάββατο του Λαζάρου αποτελούσε την κύρια ημέρα κατά την οποία τα παιδιά στον Πόντο πραγματοποιούσαν τον κύριο ανοιξιάτικο αγερμό τους: γυρνούσαν σε ομάδες στα σπίτια των χωριών, ψάλλοντας τα σχετικά με την ανάσταση του Λαζάρου εθιμικά θρησκευτικά τραγούδια, και φιλοδωρούνταν με ειδικά κουλούρια χωρίς σουσάμι, καλαμπόκι και αποξηραμένα φρούτα. Στο Καπίκιοϊ τα παιδιά και οι έφηβοι πήγαιναν στα σπίτια του χωριού, έδιναν σε κάθε νοικοκυρά ένα κλαδάκι λεύκας και ως φιλοδώρημα έπαιρναν αβγά ή αργότερα χρήματα.
Στη Φάτσα ο παιδικός ευγονικός και διαβατήριος αυτός αγερμός γινόταν το μεσημέρι και το απόγευμα της ημέρας, και ονομαζόταν τσιγκούλια, λόγω του ότι πρόσφεραν στις νοικοκυρές των σπιτιών που επισκέπτονταν βρασμένους σπόρους καλαμποκιού, για να πάρουν από αυτές κουλούρια και αβγά. Εν προκειμένω η χρήση σπόρων δείχνει τον ευετηρικό χαρακτήρα της όλης τελετουργίας, και τη σύνδεσή της προς πάγια χαρακτηριστικά της χθόνιας υπόστασης της λαϊκής λατρείας, όπως τα τελετουργικά πολυσπόρια.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ανάλογες αγερμικές τελετουργίες υπάρχουν και σε άλλες ελληνικές περιοχές, πάντοτε με χαρακτήρα διαβατήριο και γονιμικό. Ο Λάζαρος εντάσσεται στο σχήμα του θνήσκοντος και αναστημένου ήρωα ή θεού, γι’ αυτό και τιμάται ιδιαιτέρως στον αγροτοκτηνοτροφικό ποντιακό λαϊκό πολιτισμό. Γι’ αυτό και ο Βάλτερ Πούχνερ, μελετώντας τα τραγούδια που συνοδεύουν τις τελετουργίες που σχετίζονται με την γιορτή του Λαζάρου στους Βούλγαρους, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους και τους Αλβανούς διαπίστωσε ότι αυτά δεν έχουν ουσιαστική σχέση με τον χριστιανικό Λάζαρο, αλλά ότι η σχετικές τελετουργίες, άρα και τα τραγούδια που περιλαμβάνουν, είναι κατ’ ουσίαν τελετουργίες της άνοιξης, χωρίς ουσιώδες χριστιανικό περιεχόμενο. Ο ίδιος μελετητής έχει βάσιμα υποστηρίξει ότι στους λαούς αυτούς ο Λάζαρος έχει ταυτιστεί με τον «ενιαυτό δαίμονα», το δαιμονικό και δαιμονοποιημένο πνεύμα της χρονιάς, που πεθαίνει τον χειμώνα και ανασταίνεται την άνοιξη, προσωποποιώντας την αναγεννητική δύναμη της φύσης.
Πρόσφατα, ο Μ. Γ. Σέργης υποστήριξε ότι και στις θρακικές λαϊκές τελετουργίες ο Λάζαρος διατήρησε αυτό το αρχέγονο πρόσωπο, γι’ αυτό και από τους κατοίκους της Ανατολικής και της Βόρειας Θράκης δεν συνδέεται με τον χριστιανικό Λάζαρο, αλλά με την αναγέννηση της φύσης και τον έρωτα. Ουσιαστικά, ο αγερμός των παιδιών στο χωριό αποτελούσε μια κυκλική πομπή, και χάραζε έναν νοητό προστατευτικό κύκλο γύρω από τον κατοικημένο και δομημένο χώρο της κοινότητας, όπως συμβαίνει λ.χ. με τις τελετές εγκαινίασης ενός χωριού, τις περιφορές επιταφίου και εικόνων, τις θρησκευτικές λιτανείες κ.λπ. Η όλη τελετουργία, δομείται πάνω στην αρχή της ανταλλαγής δώρων, που έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα για τον λαϊκό πολιτισμό μας : τα μέλη της αγερμικής ομάδας προσφέρουν δώρα προφορικά, ευχές για καλοτυχία και υγεία αλλά και παινέματα καλαντικά, ενώ οι κάτοικοι κάθε σπιτιού που επισκέπτονται προσφέρουν δώρα προφορικά και πραγματικά επίσης, όπως κουλούρια και αβγά.
Τα κατά βάσιν γονιμικά τραγούδια της λαζαρικής τελετουργίας, που τραγουδούσαν κρατώντας ομοιώματα του νεκρού και αναστημένου Λαζάρου, φανερώνουν ότι η λαζαρική τελετουργία στον Πόντο συνέχισε να διατηρεί τον γονιμικό προχριστιανικό χαρακτήρα της, ακόμη και μετά την σύνδεσή της με τον Λάζαρο του χριστιανισμού, η οποία οπωσδήποτε υπήρξε μεταγενέστερη. Οι αναφορές των τραγουδιών και οι τελετουργικές πράξεις του αγερμού δείχνουν ότι ήταν η οριακή στιγμή της άνοιξης και της επερχόμενης βλάστησης και καρποφορίας που απασχολούσε τη λαϊκή σκέψη, με μια θρησκευτική σχεδόν προσήλωση, δίνοντας στις τελετουργίες αυτές έναν βαθύτατα γονιμικό και διαβατήριο, πάντως δε οπωσδήποτε προχριστιανικό, χαρακτήρα. Και τούτο επειδή με τις πράξεις και τις διατυπώσεις αυτές επιδίωκαν να επιδράσουν τελετουργικά, με κινήσεις και λόγους συμβολικούς, πάνω στην γονιμική ικανότητα της φύσης, εξασφαλίζοντας εντέλει την απαραίτητη ευγονία και ευκαρπία για τη κρίσιμη εποχή του καλοκαιριού που ερχόταν.
Περίοδος καθολικού πένθους και νηστείας, η Μεγάλη Εβδομάδα αποτελούσε για τους Ποντίους ευκαιρία κατάνυξης και συναισθηματικής βίωσης των γεγονότων που τιμούσε κάθε μέρα η Εκκλησία. Οι Πόντιοι, πριν την έναρξή της, τελούσαν γενική και σχολαστική καθαριότητα του σπιτιού, ενώ απαγορευόταν αυστηρά στη διάρκειά της η οινοποσία, η μουσική και το κάθε είδους γλέντι. Ήταν επίσης περίοδος καθολικού και συχνού εκκλησιασμού, ψυχικής προετοιμασίας και αλληλοσυγχώρισης, η οποία πέραν της θρησκευτικής είχε και την κοινωνική λειτουργικότητα της επανασυγκρότησης ορισμένων διαρραγέντων δεσμών, άρα και της αποκατάστασης της απαραίτητης για τη συνολική επιβίωση ομοιογένειας της παραδοσιακής κοινότητας.
Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ
Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου