Παραμονή του Αγίου Παντελεήμονα βρέθηκα και φέτος στο ίδιο σημείο που εδώ και μισό αιώνα επαναλαμβάνεται. Μετά τον εσπερινό, στο γραφικό εκκλησάκι στον άγιο Παντελεήμονα, λίγα μέτρα πιο πάνω ,είναι η πηγή της Μάνας σκεπασμένη από θεόρατα και πανάρχαια πλατάνια και υψηλόκορφες ανθισμένες πικροδάφνες.
Εκεί είναι ο τόπος που στήνουμε το καζάνι και προετοιμάζουμε την πατροπαράδοτη γιορτή για να την μοιράσουμε ανήμερα στους προσκυνητές του Αγίου που θα έρθουν να τον τιμήσουν. Η βραδιά που συνήθως περνά με φιλικές επισκέψεις και μέσα αυτό το σπάνιο τοπίο δεν θέλεις να το αποχωριστείς, αφού η φύση σε μαγεύει, δίπλα στις κολώνες αρχαίου ναού και στον νου βγαίνει, κάτι το ιστορικό, το υπερφυσικό, και η κρυστάλλινη πηγή της Μάνας δημιουργεί κάτι το αινιγματικό και απόκρυφο της Σαμιακής γης. Η φετινή βραδιά ήταν κάπως διαφορετική. Τα τζιτζίκια ήταν τόσα πολλά λες και είχαν συναυλία. Φαίνεται τους έκαναν εντύπωση η φωταψία αλλά και οι άγνωστοι επισκέπτες. Αλλού, σε άλλες περιοχές, έχουμε μείωση των εντόμων, εδώ παρατηρείται υπερπαραγωγή και δεν ήθελαν να σωπάσουν μέχρι τα μεσάνυχτα. Τότε θυμήθηκα ένα κείμενο που είχα από χρόνια γράψει, διότι ήθελα να υπερασπίσω τον παρεξηγημένο τζίτζικα. Αυτόν τον «τραγουδιστή», όπως τον αποκαλούν τα βιβλία, τον φλύαρο και τεμπέλη, που ο Αίσωπος εδώ και 25 αιώνες περίπου τον έχει παρεξηγήσει. Πήρα λοιπόν την απόφαση να γράψω αυτό το κείμενο και για αυτόν το μύθο, έναν από τους εκατοντάδες μύθους με διάφορα νοήματα και διδακτικά για το ανθρώπινο γένος που έχει πει αυτός ο μυθοποιός. Χώρισα λοιπόν το όλο θέμα σε πέντε ενότητες.
Πρώτη. Ο Αίσωπος σύμφωνα με ποικίλα γραπτά ήταν Ίωνας την καταγωγή από τα απέναντι της Σάμου μέρη της Μικράς Ασίας τον οποίο είχε αγοράσει ως δούλο ένα Σάμιος γαιοκτήμονας για τις εργασίες του.
Ένα βιβλίο τον γαιοκτήμονα τον ονομάζει σοφό Ξάνθο, ένα άλλο τον ονομάζει φιλόσοφο Ιάδμονα. Σημασία έχει ότι έτσι περιληπτικά ο Σάμιος γαιοκτήμονας τον δούλο που τον πήρε για εργασία του επέτρεψε να αξιοποιήσει το ταλέντο του που ήταν να ομιλεί και να παρουσιάζει αυτούς τους μύθους. Ο ίδιος, ως λέγεται, δεν τους έγραψε ,απλώς τους απήγγειλε. Γράφτηκαν περίπου 300! Τον δούλο αυτόν αφού τον ελευθέρωσε τον έστειλε στη συνέχεια στην Αθήνα στο πολιτιστικό κέντρο των φιλοσόφων που τότε ήταν σχεδόν και το πνευματικό κέντρο όλου του κόσμου, μεταφέροντας τη σοφία του εμπλουτίζοντας με τη σοφία του την πόλη της θεάς της Σοφίας Αθηνά, την μεγάλη και ξακουστή Αθήνα. Ταξίδεψε δε, όπως γράφουν τα βιβλία, και στο παλάτι του Κροίσου, όπως και στους Δελφούς, όπου εκεί όπως γράφετε τον δολοφόνησαν. Ένας από τους πολλούς μύθους ήταν και «ο τζίτζικας και το μυρμήγκι». Οι μύθοι στο διάβα των αιώνων έχουν γραφεί και ξαναγραφεί από διαφόρους συγγραφείς χωρίς βασικές αλλαγές.
Δεύτερη. Σας γράφω αυτό τον μύθο όπως τον ανέφερε στο βιβλίο-ένθετο «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 19ηςΟκτωβρίου 2014, «ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ».
Ήταν χειμώνας και τα εργατικά μυρμήγκια στέγνωναν το σιτάρι που είχαν μαζέψει στην αποθήκη τους και το μούσκεψε η βροχή.
Εκείνη την ώρα περνούσε ο γείτονάς τους ο τζίτζικας. Δεν στέκονταν καλά στα πόδια του από την πείνα. «Δώστε μου λίγα σπυριά σιτάρι για να μην πεθάνω από την πείνα, καλοί μου γείτονες», τους είπε με τρεμουλιαστή φωνή.
«Γιατί δε γέμισες κι εσύ την αποθήκη σου το καλοκαίρι;» Τον ρώτησε ένα μυρμήγκι.
«Το καλοκαίρι δεν είχα καιρό», αποκρίθηκε ο τζίτζικας. «Τραγουδούσα όλη μέρα».
«Ε, τότε», είπε το μερμήγκι γελώντας ειρωνικά, «αφού τραγουδούσες το καλοκαίρι, χόρεψε το χειμώνα».
Τρίτη. Εδώ έρχομαι λοιπόν να υπερασπίσω τον παρεξηγημένο τζίτζικα που σε εμάς όλους έχει μείνει ότι ο μύρμηγκας είναι προκομμένος και νοικοκύρης μια που όλο το καλοκαίρι συγκεντρώνει την τροφή και την αποθηκεύει για να ξεχειμωνιάσει περνώντας την δύσκολη περίοδο του χειμώνα ενώ ο τζίτζικας όλο το καλοκαίρι τραγουδά πάνω στα δέντρα χωρίς να μεριμνά πως θα περάσει το χειμώνα. Έτσι μεγαλώσαμε και μαθαίνουμε τη διαφορά των δύο ζώων. Σίγουρα όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ναι μεν το μυρμήγκι συνεχίζει να είναι υπόδειγμα εργατικότητας και νοικοκυροσύνης, όπως επί παραδείγματι η άλλη και σοφή κοινωνία του μελισσιού, όμως για τον τζίτζικα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Διότι και αυτού η πράξη έχει ένα νόημα το οποίο δυστυχώς δεν έχει επισημανθεί και γραφτεί από τόσους που έχουν γράψει άρθρα και σχόλια πάνω σ’ αυτό τον τόσο ωφέλιμο και διδακτέο μύθο. Τότε ο Αίσωπος ή και η επιστήμη μπορεί να γνώριζε τη ζωή και τον κύκλο της ζωής του μελισσιού, δεν γνώριζαν όμως τον βιολογικό κύκλο του τζίτζικα. Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου αυτού, δηλαδή από το αυγό έως το τέλειο έντομο, είναι πολυετής, ενώ στα περισσότερα έντομα ο κύκλος είναι μονοετής ή και σε άλλα, όπως ο δάκος ή η μύγα Μεσογείου, ο κύκλος είναι από ένα έως δύο μήνες, ανάλογα με την περίοδο που έχουν γεννηθεί. Στον τζίτζικα ο βιολογικός κύκλος είναι από 15 έως 17 χρόνια! Το τέλειο έντομο που γνωρίζουμε από την ιδιαίτερη φωνή του «τιτίβισμα» (από το τέτιξ που είναι η αρχαία ονομασία του εντόμου), έτσι λέγεται η φωνή του είναι έντομο από 15 έως 17 χρονών ανάλογα με τον τόπο και τρόπο που έζησε. Σ’ αυτή την τελειωτική μορφή το θηλυκό και αρσενικό ζευγαρώνουν. Το θηλυκό γεννά από 300 έως 600 αυγά σε σχισμές του κορμού των δέντρων. Από τα αυγά θα εκκολαφτούν οι προνύμφες των νεαρών τζιτζικιών που άλλες πέφτουν, άλλες κατεβαίνουν στο χώμα αφού ανοίξουν τρύπες εκεί, συνεχίζεται ο κύκλος της ζωής χωμένες μέσα στο χώμα. Οι νύμφες τρέφονται από τους χυμούς των ριζών διά μέσω μιας λεπτής προβοσκίδας (όπως των κουνουπιών), όπως και στα μεγάλα τζιτζίκια της τελειωτικής μορφής, από τους χυμούς των κλαδιών ή και των κορμών των φυτών. Μέσα στα βαθιά σκοτάδια της γης θα ζήσουν από 15 έως 17 χρόνια, αναπτύσσονται αργά, έως ότου πάρουν την τελειωτική μορφή. Βγαίνοντας από το χώμα βγάζουν το πρώτο κουκούλι, τον δερμάτινο ιστό και αναρριχώνται στα πρώτα δέντρα που με τη βοήθεια των πτερύγων, εν συνεχεία, μετακινούνται από δέντρο σε δέντρο, σύμφωνα με την αρεσκεία της ποιότητας και της ποσότητας της λίμφας, των χυμών των ιστών του δέντρου. Τα έντομα σ’ αυτό το στάδιο ζουν περίπου εφτά εβδομάδες και εκεί τελειώνουν τον βιολογικό τους κύκλο που άλλα πεθαίνουν άλλα δε τρώγονται από άλλα πουλιά όπως σπουργίτια, κοτσύφια, κίσσες και μικρά ερπετά. Αυτός είναι ο γνωστός σημερινός βιολογικός κύκλος του τζίτζικα που εάν τον ήξερε ο συμπατριώτης μας (επειδή έμεινε για λίγο καιρό στη Σάμο ο Αίσωπος), δεν θα έγραφε αυτόν τον μύθο για να παρεξηγήσει τον τζίτζικα που του ζήτησε τροφή το χειμώνα, αφού ο τζίτζικας σαν τέλειο έντομο δεν ξεχειμωνιάζει και ο τζίτζικας δεν έχει ανάγκη να συσσωρεύσει τροφή αφού χειμώνα-καλοκαίρι απορροφά χυμούς από τα φυτά.
Τέταρτη. Ερχομαι λοιπόν και εγώ με την ίδια ποιητική αδεία που ο Αίσωπος έβλεπε τον τζίτζικα τον χειμώνα, να ζητά τροφή από το μυρμήγκι, με την ίδια ποιητική άδεια βλέπω και εγώ τον τζίτζικα τρισευτυχισμένο να ευχαριστεί, να υμνεί αυτόν που τον έφτιαξε και τον αξίωσε να δει τις ομορφιές της φύσεως που γεννήθηκε, με το μονότονο τραγούδι. Ποιος από μας θα ζούσε 15 χρόνια σε σκοτεινό υπόγειο τόπο, πότε υγρό, πότε ξερό, και βγαίνοντας σ’ ένα ξέφωτο τόπο-δασύλλιο ή σ’ ένα αστικό άλσος δεν θα ευχαριστούσε και θα έλεγε καλά λόγια, θα ήταν ευδιάθετος ή και ακόμα θα τραγουδούσε, που και αν γνώριζε από θρησκεία και θεό θα τον υμνούσε; Στο ερώτημά μου απαντώ μόνος μου. Ζω σε ένα τόπο (στην αρχαιότητα το έλεγαν το νησί των Μακάρων), που κατακλύζεται κάθε χρόνο από χιλιάδες συνανθρώπους μας που έρχονται από ομιχλώδες, ανήλιαστες και ψυχρές χώρες για να παραθερίσουν και βλέπω πόσο αισθάνονται διαφορετικά. Ευχαριστημένοι, γελούν, τραγουδούν ζώντας σ’ έναν τόπο ηλιόλουστο με καταπράσινους λόφους, γάργαρα νερά, καταγάλανες θάλασσες, πανέμορφη ακρογιαλιά, καλοσυνάτους ανθρώπους, εύγευστους καρπούς, μυρωδάτα κρασιά, ατέλειωτα πανηγύρια, και για όλα αυτά μας θεωρούν ευτυχισμένους. Βλέποντας την ευχαρίστηση του συνανθρώπου μας την παρομοιάζω με την ευχαρίστηση του τζίτζικα που για χρόνια ζει στα σκοτεινά μέρη του χώματος και μόλις δει το φως και το πράσινο περιβάλλον τιτικήζει , τζιτζιρήζει, ,κελαηδεί, υμνεί.
Είθε λοιπόν και εμείς οι άνθρωποι να του μοιάσουμε όλοι, γιατί ελάχιστα υπάρχουν που ευχαριστούν και υμνούν τον πλάστη και δημιουργό που τους γέννησε σε τέτοιους τόπους.
Τέλος δε, έρχομαι να σχολιάσω την πέμπτη ενότητα ίσως το πιο ουσιώδες αλλά και το πιο απαρατήρητο και ασχολίαστο. Τις πράξεις του Σάμιου γαιοκτήμονα που μερίμνησε πρώτον να αναπτύξει, να καλλιεργήσει ο δούλος το ταλέντο του, και δεύτερον να του δώσει την ελευθερία του. Εάν δεν είχε πέσει στα χέρια αυτού του πολιτισμένου γαιοκτήμονα ίσως να μην είχαμε σήμερα Αισώπου Μύθους. Αναφέρω απλώς αυτές τις δύο πράξεις που είναι πράξεις ανθρωπιάς, ανθρώπου που προέρχεται από μία κοινωνία καλλιεργημένη, πριν 2.500 περίπου χρόνια. Μια κοινωνία που εκτιμούσε την ανωτερότητα του άλλου, του συνανθρώπου του σε κάποια σημεία και μάλιστα αιώνες πριν ο Θεάνθρωπος αναφέρει το «ούκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ούκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ούκ ένι άρσεν και θήλυ...». Την πράξη αυτή του Σάμιου γαιοκτήμονα την θεωρώ ισάξια με τα λόγια της Αντιγόνης που είπε «ούτοι συνέχθειν αλλά συμφιλείν έφυν», δηλαδή γεννήθηκα να αγαπώ και όχι να μισώ. Λόγια που έδωσε το μέγιστο βάρος στον άνθρωπο ο Θεάνθρωπος με το «Αγαπάτε αλλήλους». Και με τα λόγια που ανέφερα στην ανωτέρω ενότητα βλέπω ότι έχουμε απομακρυνθεί επί της ουσίας. Ασχολούμαστε με το τι χρώμα θα έχει το τσόφλι του πολιτικού καρπού αν πρέπει να είναι πράσινο, κόκκινο, μπλε ή πολύχρωμο συριζαϊκό, χωρίς να σκεφτόμαστε την ποιότητα του περιεχομένου. Το ότι οι τελευταίοι διοικούντες τη χώρα μας κατάργησαν την αριστεία, χωρίς να προωθείται ο άριστος, που εάν ο Σάμιος γαιοκτήμονας είχε αυτή τη νομοθεσία ή και νοοτροπία (που νοοτροπία είναι βαθμός καλλιέργειας του ανθρώπου), δεν θα ‘χαμε τους πνευματικούς καρπούς του ταλαντούχου Αίσωπα από τον γαιοκτήμονα Σάμιο που απολαμβάνει όλος ο κόσμος, αλλά ίσως κάποιο πρόσθετο κέρδος από την εργασία ο τότε γαιοκτήμονας. Δεν θέλω να πιστέψω ότι στην σήμερον ημέρα διοικούμαστε από ανθρώπους, όχι με νοοτροπία του μεσαίωνα αλλά ακόμη χειρότερη, οπισθοδρομική, που την είχαν ξεπεράσει οι πατριώτες μου οι Σάμιοι πριν 25 περίπου αιώνες.
Όλες αυτές οι ανωτέρω πράξεις είναι σημάδια του ελληνικού πολιτισμού, εστίες του φωτός που φέγγουν στις ψυχές της ανθρωπότητας, που κάνουν να εκτιμούν τον ελληνικό πολιτισμό και τους Έλληνες και καλό είναι να αναδεικνύονται, να διδάσκονται και να τα ζούμε και να τα απολαμβάνουμε, τα του φωτός μια που γεννηθήκαμε και ζούμε στο φως ,διότι εάν ζούμε στο σκότος, όπως ο πολύχρονος τζίτζικας, περνάμε ζωή άχαρη, δύστυχη, χωρίς να απολαμβάνουμε τις ομορφιές της ζωής του πλανήτη μας που ο Σάμιος φιλόσοφος Πυθαγόρας ονόμασε ΚΟΣΜΟ, ήτοι κόσμημα, ήτοι στολίδι.
Πολλά λοιπόν τα νοήματα και τα διδάγματα από τον διδακτικό μύθο του Αισώπου «Ο τζίτζικας και το μυρμήγκι» που τιμά παράλληλα και τη Σάμο και καλά είναι σαν τον φωνακλά τζίτζικα να διαλαλούμε την ευχαρίστησή μας, να τα εμφανίζουμε και να μην τα διατηρούμε κρυμμένα στις σκοτεινές Βιβλιοθήκες. Οι επαΐοντες, οι διοικούντες αυτόν τον τόπο, σαν τον Σάμιο γαιοκτήμονα, να έχουν μόνο ελεύτερους και όχι δούλους. Να αξιοποιούν τους ταλαντούχους, τους χαρισματικούς, τους άριστους. Να γίνουμε μιμητές του παρεξηγημένου τζίτζικα που ευχαριστιέται και τραγουδά, εκτιμά, υμνεί και διαλαλεί για το νέο, ωραίο, φωτεινό κόσμο που ζει ,αλλά να συνεχίζουμε και το δίδαγμα του εργατικού και νοικοκύρη μύρμηγκα. Τέλος, δε, το «Μη κρίνετε (εάν δεν γνωρίζετε), ίνα μη κριθήτε». Είναι καλά να το εφαρμόζουμε.
Εκεί είναι ο τόπος που στήνουμε το καζάνι και προετοιμάζουμε την πατροπαράδοτη γιορτή για να την μοιράσουμε ανήμερα στους προσκυνητές του Αγίου που θα έρθουν να τον τιμήσουν. Η βραδιά που συνήθως περνά με φιλικές επισκέψεις και μέσα αυτό το σπάνιο τοπίο δεν θέλεις να το αποχωριστείς, αφού η φύση σε μαγεύει, δίπλα στις κολώνες αρχαίου ναού και στον νου βγαίνει, κάτι το ιστορικό, το υπερφυσικό, και η κρυστάλλινη πηγή της Μάνας δημιουργεί κάτι το αινιγματικό και απόκρυφο της Σαμιακής γης. Η φετινή βραδιά ήταν κάπως διαφορετική. Τα τζιτζίκια ήταν τόσα πολλά λες και είχαν συναυλία. Φαίνεται τους έκαναν εντύπωση η φωταψία αλλά και οι άγνωστοι επισκέπτες. Αλλού, σε άλλες περιοχές, έχουμε μείωση των εντόμων, εδώ παρατηρείται υπερπαραγωγή και δεν ήθελαν να σωπάσουν μέχρι τα μεσάνυχτα. Τότε θυμήθηκα ένα κείμενο που είχα από χρόνια γράψει, διότι ήθελα να υπερασπίσω τον παρεξηγημένο τζίτζικα. Αυτόν τον «τραγουδιστή», όπως τον αποκαλούν τα βιβλία, τον φλύαρο και τεμπέλη, που ο Αίσωπος εδώ και 25 αιώνες περίπου τον έχει παρεξηγήσει. Πήρα λοιπόν την απόφαση να γράψω αυτό το κείμενο και για αυτόν το μύθο, έναν από τους εκατοντάδες μύθους με διάφορα νοήματα και διδακτικά για το ανθρώπινο γένος που έχει πει αυτός ο μυθοποιός. Χώρισα λοιπόν το όλο θέμα σε πέντε ενότητες.
Ο Αίσωπος |
Πρώτη. Ο Αίσωπος σύμφωνα με ποικίλα γραπτά ήταν Ίωνας την καταγωγή από τα απέναντι της Σάμου μέρη της Μικράς Ασίας τον οποίο είχε αγοράσει ως δούλο ένα Σάμιος γαιοκτήμονας για τις εργασίες του.
Ένα βιβλίο τον γαιοκτήμονα τον ονομάζει σοφό Ξάνθο, ένα άλλο τον ονομάζει φιλόσοφο Ιάδμονα. Σημασία έχει ότι έτσι περιληπτικά ο Σάμιος γαιοκτήμονας τον δούλο που τον πήρε για εργασία του επέτρεψε να αξιοποιήσει το ταλέντο του που ήταν να ομιλεί και να παρουσιάζει αυτούς τους μύθους. Ο ίδιος, ως λέγεται, δεν τους έγραψε ,απλώς τους απήγγειλε. Γράφτηκαν περίπου 300! Τον δούλο αυτόν αφού τον ελευθέρωσε τον έστειλε στη συνέχεια στην Αθήνα στο πολιτιστικό κέντρο των φιλοσόφων που τότε ήταν σχεδόν και το πνευματικό κέντρο όλου του κόσμου, μεταφέροντας τη σοφία του εμπλουτίζοντας με τη σοφία του την πόλη της θεάς της Σοφίας Αθηνά, την μεγάλη και ξακουστή Αθήνα. Ταξίδεψε δε, όπως γράφουν τα βιβλία, και στο παλάτι του Κροίσου, όπως και στους Δελφούς, όπου εκεί όπως γράφετε τον δολοφόνησαν. Ένας από τους πολλούς μύθους ήταν και «ο τζίτζικας και το μυρμήγκι». Οι μύθοι στο διάβα των αιώνων έχουν γραφεί και ξαναγραφεί από διαφόρους συγγραφείς χωρίς βασικές αλλαγές.
Δεύτερη. Σας γράφω αυτό τον μύθο όπως τον ανέφερε στο βιβλίο-ένθετο «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 19ηςΟκτωβρίου 2014, «ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ».
Ο τζίτζικας και το μυρμήγκι
Ήταν χειμώνας και τα εργατικά μυρμήγκια στέγνωναν το σιτάρι που είχαν μαζέψει στην αποθήκη τους και το μούσκεψε η βροχή.
Εκείνη την ώρα περνούσε ο γείτονάς τους ο τζίτζικας. Δεν στέκονταν καλά στα πόδια του από την πείνα. «Δώστε μου λίγα σπυριά σιτάρι για να μην πεθάνω από την πείνα, καλοί μου γείτονες», τους είπε με τρεμουλιαστή φωνή.
«Γιατί δε γέμισες κι εσύ την αποθήκη σου το καλοκαίρι;» Τον ρώτησε ένα μυρμήγκι.
«Το καλοκαίρι δεν είχα καιρό», αποκρίθηκε ο τζίτζικας. «Τραγουδούσα όλη μέρα».
«Ε, τότε», είπε το μερμήγκι γελώντας ειρωνικά, «αφού τραγουδούσες το καλοκαίρι, χόρεψε το χειμώνα».
Τρίτη. Εδώ έρχομαι λοιπόν να υπερασπίσω τον παρεξηγημένο τζίτζικα που σε εμάς όλους έχει μείνει ότι ο μύρμηγκας είναι προκομμένος και νοικοκύρης μια που όλο το καλοκαίρι συγκεντρώνει την τροφή και την αποθηκεύει για να ξεχειμωνιάσει περνώντας την δύσκολη περίοδο του χειμώνα ενώ ο τζίτζικας όλο το καλοκαίρι τραγουδά πάνω στα δέντρα χωρίς να μεριμνά πως θα περάσει το χειμώνα. Έτσι μεγαλώσαμε και μαθαίνουμε τη διαφορά των δύο ζώων. Σίγουρα όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Ναι μεν το μυρμήγκι συνεχίζει να είναι υπόδειγμα εργατικότητας και νοικοκυροσύνης, όπως επί παραδείγματι η άλλη και σοφή κοινωνία του μελισσιού, όμως για τον τζίτζικα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Διότι και αυτού η πράξη έχει ένα νόημα το οποίο δυστυχώς δεν έχει επισημανθεί και γραφτεί από τόσους που έχουν γράψει άρθρα και σχόλια πάνω σ’ αυτό τον τόσο ωφέλιμο και διδακτέο μύθο. Τότε ο Αίσωπος ή και η επιστήμη μπορεί να γνώριζε τη ζωή και τον κύκλο της ζωής του μελισσιού, δεν γνώριζαν όμως τον βιολογικό κύκλο του τζίτζικα. Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου αυτού, δηλαδή από το αυγό έως το τέλειο έντομο, είναι πολυετής, ενώ στα περισσότερα έντομα ο κύκλος είναι μονοετής ή και σε άλλα, όπως ο δάκος ή η μύγα Μεσογείου, ο κύκλος είναι από ένα έως δύο μήνες, ανάλογα με την περίοδο που έχουν γεννηθεί. Στον τζίτζικα ο βιολογικός κύκλος είναι από 15 έως 17 χρόνια! Το τέλειο έντομο που γνωρίζουμε από την ιδιαίτερη φωνή του «τιτίβισμα» (από το τέτιξ που είναι η αρχαία ονομασία του εντόμου), έτσι λέγεται η φωνή του είναι έντομο από 15 έως 17 χρονών ανάλογα με τον τόπο και τρόπο που έζησε. Σ’ αυτή την τελειωτική μορφή το θηλυκό και αρσενικό ζευγαρώνουν. Το θηλυκό γεννά από 300 έως 600 αυγά σε σχισμές του κορμού των δέντρων. Από τα αυγά θα εκκολαφτούν οι προνύμφες των νεαρών τζιτζικιών που άλλες πέφτουν, άλλες κατεβαίνουν στο χώμα αφού ανοίξουν τρύπες εκεί, συνεχίζεται ο κύκλος της ζωής χωμένες μέσα στο χώμα. Οι νύμφες τρέφονται από τους χυμούς των ριζών διά μέσω μιας λεπτής προβοσκίδας (όπως των κουνουπιών), όπως και στα μεγάλα τζιτζίκια της τελειωτικής μορφής, από τους χυμούς των κλαδιών ή και των κορμών των φυτών. Μέσα στα βαθιά σκοτάδια της γης θα ζήσουν από 15 έως 17 χρόνια, αναπτύσσονται αργά, έως ότου πάρουν την τελειωτική μορφή. Βγαίνοντας από το χώμα βγάζουν το πρώτο κουκούλι, τον δερμάτινο ιστό και αναρριχώνται στα πρώτα δέντρα που με τη βοήθεια των πτερύγων, εν συνεχεία, μετακινούνται από δέντρο σε δέντρο, σύμφωνα με την αρεσκεία της ποιότητας και της ποσότητας της λίμφας, των χυμών των ιστών του δέντρου. Τα έντομα σ’ αυτό το στάδιο ζουν περίπου εφτά εβδομάδες και εκεί τελειώνουν τον βιολογικό τους κύκλο που άλλα πεθαίνουν άλλα δε τρώγονται από άλλα πουλιά όπως σπουργίτια, κοτσύφια, κίσσες και μικρά ερπετά. Αυτός είναι ο γνωστός σημερινός βιολογικός κύκλος του τζίτζικα που εάν τον ήξερε ο συμπατριώτης μας (επειδή έμεινε για λίγο καιρό στη Σάμο ο Αίσωπος), δεν θα έγραφε αυτόν τον μύθο για να παρεξηγήσει τον τζίτζικα που του ζήτησε τροφή το χειμώνα, αφού ο τζίτζικας σαν τέλειο έντομο δεν ξεχειμωνιάζει και ο τζίτζικας δεν έχει ανάγκη να συσσωρεύσει τροφή αφού χειμώνα-καλοκαίρι απορροφά χυμούς από τα φυτά.
Τέταρτη. Ερχομαι λοιπόν και εγώ με την ίδια ποιητική αδεία που ο Αίσωπος έβλεπε τον τζίτζικα τον χειμώνα, να ζητά τροφή από το μυρμήγκι, με την ίδια ποιητική άδεια βλέπω και εγώ τον τζίτζικα τρισευτυχισμένο να ευχαριστεί, να υμνεί αυτόν που τον έφτιαξε και τον αξίωσε να δει τις ομορφιές της φύσεως που γεννήθηκε, με το μονότονο τραγούδι. Ποιος από μας θα ζούσε 15 χρόνια σε σκοτεινό υπόγειο τόπο, πότε υγρό, πότε ξερό, και βγαίνοντας σ’ ένα ξέφωτο τόπο-δασύλλιο ή σ’ ένα αστικό άλσος δεν θα ευχαριστούσε και θα έλεγε καλά λόγια, θα ήταν ευδιάθετος ή και ακόμα θα τραγουδούσε, που και αν γνώριζε από θρησκεία και θεό θα τον υμνούσε; Στο ερώτημά μου απαντώ μόνος μου. Ζω σε ένα τόπο (στην αρχαιότητα το έλεγαν το νησί των Μακάρων), που κατακλύζεται κάθε χρόνο από χιλιάδες συνανθρώπους μας που έρχονται από ομιχλώδες, ανήλιαστες και ψυχρές χώρες για να παραθερίσουν και βλέπω πόσο αισθάνονται διαφορετικά. Ευχαριστημένοι, γελούν, τραγουδούν ζώντας σ’ έναν τόπο ηλιόλουστο με καταπράσινους λόφους, γάργαρα νερά, καταγάλανες θάλασσες, πανέμορφη ακρογιαλιά, καλοσυνάτους ανθρώπους, εύγευστους καρπούς, μυρωδάτα κρασιά, ατέλειωτα πανηγύρια, και για όλα αυτά μας θεωρούν ευτυχισμένους. Βλέποντας την ευχαρίστηση του συνανθρώπου μας την παρομοιάζω με την ευχαρίστηση του τζίτζικα που για χρόνια ζει στα σκοτεινά μέρη του χώματος και μόλις δει το φως και το πράσινο περιβάλλον τιτικήζει , τζιτζιρήζει, ,κελαηδεί, υμνεί.
Είθε λοιπόν και εμείς οι άνθρωποι να του μοιάσουμε όλοι, γιατί ελάχιστα υπάρχουν που ευχαριστούν και υμνούν τον πλάστη και δημιουργό που τους γέννησε σε τέτοιους τόπους.
Τέλος δε, έρχομαι να σχολιάσω την πέμπτη ενότητα ίσως το πιο ουσιώδες αλλά και το πιο απαρατήρητο και ασχολίαστο. Τις πράξεις του Σάμιου γαιοκτήμονα που μερίμνησε πρώτον να αναπτύξει, να καλλιεργήσει ο δούλος το ταλέντο του, και δεύτερον να του δώσει την ελευθερία του. Εάν δεν είχε πέσει στα χέρια αυτού του πολιτισμένου γαιοκτήμονα ίσως να μην είχαμε σήμερα Αισώπου Μύθους. Αναφέρω απλώς αυτές τις δύο πράξεις που είναι πράξεις ανθρωπιάς, ανθρώπου που προέρχεται από μία κοινωνία καλλιεργημένη, πριν 2.500 περίπου χρόνια. Μια κοινωνία που εκτιμούσε την ανωτερότητα του άλλου, του συνανθρώπου του σε κάποια σημεία και μάλιστα αιώνες πριν ο Θεάνθρωπος αναφέρει το «ούκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ούκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ούκ ένι άρσεν και θήλυ...». Την πράξη αυτή του Σάμιου γαιοκτήμονα την θεωρώ ισάξια με τα λόγια της Αντιγόνης που είπε «ούτοι συνέχθειν αλλά συμφιλείν έφυν», δηλαδή γεννήθηκα να αγαπώ και όχι να μισώ. Λόγια που έδωσε το μέγιστο βάρος στον άνθρωπο ο Θεάνθρωπος με το «Αγαπάτε αλλήλους». Και με τα λόγια που ανέφερα στην ανωτέρω ενότητα βλέπω ότι έχουμε απομακρυνθεί επί της ουσίας. Ασχολούμαστε με το τι χρώμα θα έχει το τσόφλι του πολιτικού καρπού αν πρέπει να είναι πράσινο, κόκκινο, μπλε ή πολύχρωμο συριζαϊκό, χωρίς να σκεφτόμαστε την ποιότητα του περιεχομένου. Το ότι οι τελευταίοι διοικούντες τη χώρα μας κατάργησαν την αριστεία, χωρίς να προωθείται ο άριστος, που εάν ο Σάμιος γαιοκτήμονας είχε αυτή τη νομοθεσία ή και νοοτροπία (που νοοτροπία είναι βαθμός καλλιέργειας του ανθρώπου), δεν θα ‘χαμε τους πνευματικούς καρπούς του ταλαντούχου Αίσωπα από τον γαιοκτήμονα Σάμιο που απολαμβάνει όλος ο κόσμος, αλλά ίσως κάποιο πρόσθετο κέρδος από την εργασία ο τότε γαιοκτήμονας. Δεν θέλω να πιστέψω ότι στην σήμερον ημέρα διοικούμαστε από ανθρώπους, όχι με νοοτροπία του μεσαίωνα αλλά ακόμη χειρότερη, οπισθοδρομική, που την είχαν ξεπεράσει οι πατριώτες μου οι Σάμιοι πριν 25 περίπου αιώνες.
Όλες αυτές οι ανωτέρω πράξεις είναι σημάδια του ελληνικού πολιτισμού, εστίες του φωτός που φέγγουν στις ψυχές της ανθρωπότητας, που κάνουν να εκτιμούν τον ελληνικό πολιτισμό και τους Έλληνες και καλό είναι να αναδεικνύονται, να διδάσκονται και να τα ζούμε και να τα απολαμβάνουμε, τα του φωτός μια που γεννηθήκαμε και ζούμε στο φως ,διότι εάν ζούμε στο σκότος, όπως ο πολύχρονος τζίτζικας, περνάμε ζωή άχαρη, δύστυχη, χωρίς να απολαμβάνουμε τις ομορφιές της ζωής του πλανήτη μας που ο Σάμιος φιλόσοφος Πυθαγόρας ονόμασε ΚΟΣΜΟ, ήτοι κόσμημα, ήτοι στολίδι.
Πολλά λοιπόν τα νοήματα και τα διδάγματα από τον διδακτικό μύθο του Αισώπου «Ο τζίτζικας και το μυρμήγκι» που τιμά παράλληλα και τη Σάμο και καλά είναι σαν τον φωνακλά τζίτζικα να διαλαλούμε την ευχαρίστησή μας, να τα εμφανίζουμε και να μην τα διατηρούμε κρυμμένα στις σκοτεινές Βιβλιοθήκες. Οι επαΐοντες, οι διοικούντες αυτόν τον τόπο, σαν τον Σάμιο γαιοκτήμονα, να έχουν μόνο ελεύτερους και όχι δούλους. Να αξιοποιούν τους ταλαντούχους, τους χαρισματικούς, τους άριστους. Να γίνουμε μιμητές του παρεξηγημένου τζίτζικα που ευχαριστιέται και τραγουδά, εκτιμά, υμνεί και διαλαλεί για το νέο, ωραίο, φωτεινό κόσμο που ζει ,αλλά να συνεχίζουμε και το δίδαγμα του εργατικού και νοικοκύρη μύρμηγκα. Τέλος, δε, το «Μη κρίνετε (εάν δεν γνωρίζετε), ίνα μη κριθήτε». Είναι καλά να το εφαρμόζουμε.
Σάμος, Κοκκάρι 31-7-2019
Από την έντυπη έκδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου