Ο Σταθμός του ΚΤΕΛ Σάμου
αλλάζει κάθε τόσο τοποθεσία, δικό του Σταθμό ποτέ δεν απόκτησε, μια χαρά
βολεύει τόσα χρόνια με τις καταλήψεις δρόμων και πλατειών στο Βαθύ της Σάμου.
Αυτήν την εποχή, της δεκαετίας του 1950, την έχει αράξει σε ένα κομμάτι της
πλατείας Πυθαγόρα. Στην ίδια πλατεία, την ίδια εποχή, βρισκόταν και η πιάτσα
ταξί (αγοραία).
Ο χώρος οριοθετείται ανάμεσα στο φαρμακείο του Παπαδάμ-Καπνουλά και το δρόμο που οδηγεί στον Άγιο Νικόλαο. Πίσω από τα λεωφορεία διακρίνεται το βιβλιοπωλείο του Γιαννουλόπουλου. Φαίνεται ακόμα ένα παραδοσιακό σπίτι με τα παράθυρα ολάνοιχτα στον ήλιο, ενώ μια κυρία στο παράπλευρο σπίτι, απλώνει τα ρούχα της μπουγάδας στην ξύλινη βεράντα.
Λίγο αργότερα το ΚΤΕΛ θα μεταφερθεί στην πλατεία του Αγίου Νικολάου. Όταν όμως σκοτώθηκε μια γυναίκα πάνω στη στροφή, από λεωφορείο, τότε και με την αξίωση της Χούντας που βρισκόταν πια στα πράγματα, αναγκάστηκε να αφήσει το κέντρο της πόλης που τόσο πολύ το βόλευε και να μεταναστεύσει σε περιφερειακούς δρόμους. Έτσι, ο περιπλανώμενος Σταθμός του ΚΤΕΛ Σάμου βρέθηκε στον εσωτερικό κόμβο, τρίστρατο της οδού Κανάρη.
Στο μεταξύ ο στόλος των λεωφορείων μεγάλωνε. Νέοι πελάτες οι μαθητές των χωριών, αλλά και ο τουρισμός που βρισκόταν σε συνεχή άνοδο, ανέβαζε τον αριθμό των σταθμευμένων λεωφορείων στους δρόμους και δημιουργούσε προβλήματα ασφάλειας και εξυπηρέτησης, αν όχι και πολιτισμού. Όταν χάθηκε ακόμα ένα νέο παιδί στον επικίνδυνο για την κυκλοφορία κόμβο, τότε η εταιρεία Υπεραστικών Λεωφορείων, μετανάστευσε ακόμα μια φορά σε παραλιακά πεζοδρόμια και οδοστρώματα, στη θέση «Γιοφυράκι». Έκτοτε, παραμένει εκεί.
Ο χώρος οριοθετείται ανάμεσα στο φαρμακείο του Παπαδάμ-Καπνουλά και το δρόμο που οδηγεί στον Άγιο Νικόλαο. Πίσω από τα λεωφορεία διακρίνεται το βιβλιοπωλείο του Γιαννουλόπουλου. Φαίνεται ακόμα ένα παραδοσιακό σπίτι με τα παράθυρα ολάνοιχτα στον ήλιο, ενώ μια κυρία στο παράπλευρο σπίτι, απλώνει τα ρούχα της μπουγάδας στην ξύλινη βεράντα.
Λίγο αργότερα το ΚΤΕΛ θα μεταφερθεί στην πλατεία του Αγίου Νικολάου. Όταν όμως σκοτώθηκε μια γυναίκα πάνω στη στροφή, από λεωφορείο, τότε και με την αξίωση της Χούντας που βρισκόταν πια στα πράγματα, αναγκάστηκε να αφήσει το κέντρο της πόλης που τόσο πολύ το βόλευε και να μεταναστεύσει σε περιφερειακούς δρόμους. Έτσι, ο περιπλανώμενος Σταθμός του ΚΤΕΛ Σάμου βρέθηκε στον εσωτερικό κόμβο, τρίστρατο της οδού Κανάρη.
Στο μεταξύ ο στόλος των λεωφορείων μεγάλωνε. Νέοι πελάτες οι μαθητές των χωριών, αλλά και ο τουρισμός που βρισκόταν σε συνεχή άνοδο, ανέβαζε τον αριθμό των σταθμευμένων λεωφορείων στους δρόμους και δημιουργούσε προβλήματα ασφάλειας και εξυπηρέτησης, αν όχι και πολιτισμού. Όταν χάθηκε ακόμα ένα νέο παιδί στον επικίνδυνο για την κυκλοφορία κόμβο, τότε η εταιρεία Υπεραστικών Λεωφορείων, μετανάστευσε ακόμα μια φορά σε παραλιακά πεζοδρόμια και οδοστρώματα, στη θέση «Γιοφυράκι». Έκτοτε, παραμένει εκεί.
Στην φωτογραφία της 10ετίας
του 1950, νέα παιδιά οδηγοί και εισπράκτορες, ποζάρουν στο φακό για μια
αναμνηστική φωτογραφία, στην πλατεία Πυθαγόρα στο Βαθύ. Οι περισσότεροι οδηγοί
ήταν και ιδιοκτήτες των λεωφορείων. Σήμερα θα είναι απόμαχοι συνταξιούχοι, με
κουτσουρεμένες συντάξεις, ύστερα από την βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση (ισχνές
αγελάδες), που περνάει η πατρίδα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου