Μέχρι τα μέσα του αιώνα η
μέση θερμοκρασία στη χώρα μας θα αυξηθεί, η μέση βροχόπτωση θα μειωθεί,
ενώ η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει αξιοσημείωτα.
Όλα αυτά αποτυπώνονται σε έρευνα της διαΝΕΟσις, υπό το συντονισμό του καθηγητή το Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Κων/νου Καρτάλη και μέλη, μεταξύ άλλων, τους Καθηγητές από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Δημήτρη Οικονόμου και Χάρη Κοκκώση, τον Καθηγητή του University of New South Wales Μάνθο Σανταμούρη και τους φυσικούς περιβάλλοντος από το ΕΚΠΑ Ηλία Αγαθαγγελίδη και Αναστάσιο Πολύδωρο, οι οποίοι ανέλυσαν τα πλούσια διαθέσιμα δεδομένα και κατέληξαν σε μια σειρά από εκτιμήσεις για την επίπτωση της κλιματικής αλλαγής σε κρίσιμους τομείς της ελληνικής οικονομίας για τη χρονική περίοδο 2046-2065.
1) Η στάθμη της θάλασσας, δε, εκτιμάται ότι θα ανέβει κατά 20 έως 59 εκατοστά, σύμφωνα με τα εναλλακτικά σενάρια. Ήδη από το 1992 έως το 2008 η στάθμη έχει ανέβει κατά κατά 2,6 χιλιοστά, ενώ το 2100 υπολογίζεται πως η άνοδος θα κυμανθεί από 0.25 έως 1 μέτρο. Τα νησιά που εκτιμάται πως θα επηρεαστούν περισσότερο είναι η Σάμος, Λήμνος, Ρόδος, Κρήτη και Κέρκυρα
2) Η θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί
κατά μέσο όρο κατά 2,5 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με το διάστημα
1961-1990. Κατά τόπους η αύξηση θα φτάσει τους 3,8 βαθμούς τους θερινούς μήνες.
Η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη στη Βόρεια Ελλάδα και μικρότερη στη νότια
Πελοπόννησο, στα νησιά του νότιου Αιγαίου και την Κρήτη.
3) Οι ημέρες με καύσωνα (θερμοκρασία άνω των 35
βαθμών Κελσίου) αναμένεται να αυξηθούν κατά 15-20 ετησίως μέχρι
το 2050. Μέχρι το τέλος του αιώνα στις περισσότερες περιοχές της χώρας οι
“τροπικές ημέρες” (ημέρες με θερμοκρασία άνω των 35 βαθμών Κελσίου την ημέρα
και άνω των 20 βαθμών τη νύχτα) αναμένεται να είναι περισσότερες από 50
το χρόνο.
4) Αντίθετα, οι ημέρες με νυκτερινό παγετό θα
μειωθούν σημαντικά, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα (έως και κατά 40 ημέρες ετησίως).
5) Ταυτόχρονα εκτιμάται ότι η βροχόπτωση
θα μειωθεί κατά 12% κατά μέσο όρο(κατά 20-30% τους θερινούς μήνες, κυρίως
στα νότια, και κατά 10% τους χειμερινούς).
6) Τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι
πολύ πιο συχνά.
7) Οι περισσότερες περιφέρειες της Ελλάδας θα αντιμετωπίσουν αρνητικές επιπτώσεις, αλλά όχι με την ίδια ένταση. Τα μεγαλύτερα προβλήματα θα αντιμετωπίσουν η Κεντρική Μακεδονία, η Θεσσαλία, η Δυτική Πελοπόννησος και η Αττική.
7) Οι περισσότερες περιφέρειες της Ελλάδας θα αντιμετωπίσουν αρνητικές επιπτώσεις, αλλά όχι με την ίδια ένταση. Τα μεγαλύτερα προβλήματα θα αντιμετωπίσουν η Κεντρική Μακεδονία, η Θεσσαλία, η Δυτική Πελοπόννησος και η Αττική.
Τα νέα
για τον τουρισμό
Τα καλοκαίρια θα υπάρχουν περισσότεροι
καύσωνες, οι ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις -όπως και όλα τα
υπόλοιπα κτίρια- θα καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια για ψύξη,
και πολλές περιοχές (κυρίως νησιά) θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα
υδροδότησης, αλλά σε πολλές περιοχές της χώρας η αύξηση της
θερμοκρασίας πιθανότατα θα οδηγήσει στην επιμήκυνση της
τουριστικής περιόδου. Η μείωση των ημερών κατά τις οποίες
χρειάζεται δαπάνη ενέργειας για θέρμανση, δε, θα περιορίσει τις δαπάνες
τουριστικών μονάδων που βρίσκονται σε χειμερινούς τουριστικούς προορισμούς.
Ωστόσο, τα υπόλοιπα φαινόμενα που αναφέρθηκαν παραπάνω θα έχουν αρνητικές συνέπειες: ημέρες με καύσωνα, αύξηση της στάθμης της θάλασσας, διάβρωση των ακτών, αύξηση πυρκαγιών και ακραίων καιρικών φαινομένων. Σύμφωνα με το πανευρωπαϊκό πρόγραμμα PESETA εκτιμάται πως, σε περίπτωση που η μέση θερμοκρασία αυξηθεί κατά 2,5 βαθμούς Κελσίου, όπως περίπου εκτιμάται στο πλαίσιο αυτής της μελέτης, θα προκύψει μείωση διανυκτερεύσεων στη χώρα κατά 1% και απώλειες εσόδων για την τουριστική βιομηχανία της τάξης των 825 εκ. ευρώ ετησίως.
Πολύ σημαντικά θα είναι και τα προβλήματα σε εκτεθειμένους στη φύση αρχαιολογικούς χώρους, και ειδικά σε αυτούς που βρίσκονται σε δασικές περιοχές ή σε τοποθεσίες με μεγάλη κλίση, που είναι ευάλωτες στη διάβρωση. Η αύξηση της θερμοκρασίας και η μείωση της βροχόπτωσης θα κάνουν τις δασικές περιοχές της χώρας ξηρότερες και ως εκ τούτου πιο ευάλωτες σε δασικές πυρκαγιές. Από ό,τι φαίνεται, την 20ετία που μελετάμε συγκεκριμένοι προορισμοί προστατευόμενοι από την UNESCO όπως ο Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα και η Αρχαία Ολυμπία θα κινδυνεύσουν άμεσα.
Αλλά και οι δασικές πυρκαγιές από μόνες τους θα αποτελέσουν σημαντικό κίνδυνο για το φυσικό περιβάλλον της χώρας, τις υποδομές της αλλά και την οικονομία της. Τη δεκαετία 2000-2010 στην Ελλάδα έγιναν 111.642 πυρκαγιές που αποτέφρωσαν 611.706 εκτάρια γης. Μέχρι το 2050 οι ημέρες υψηλού κινδύνου κάθε χρόνο αναμένεται να αυξηθούν από 15% μέχρι και 70%, ανάλογα με την περιοχή. Η δε περίοδος αυξημένου κινδύνου θα αυξηθεί από 2 εβδομάδες το χρόνο σε 6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου