Κάθε χρόνο στα εννιάμερα της Παναγιάς, στις 23 Αυγούστου,
γιόρταζε το ξωκλήσι στο μικρό Νησάκι (Μακρονήσι), απέναντι από την Αγία
Παρασκευή στο Νησί.
Από τα ξημερώματα βάρκες και ψαρότρατες και μικρά καΐκια ξεκινούσαν να μεταφέρουν δωρεάν τους προσκυνητές στο νησί, ενώ γυναίκες της περιοχής, μαζί με τον ιερέα που θα λειτουργούσε, βρισκόταν μια μέρα νωρίτερα για να μεταφέρουν τις προμήθειες και να καθαρίσουν το ξωκλήσι και το μονοπάτι, που οδηγούσε από τη μικρή αποβάθρα στο ξωκλήσι της Παναγιάς.
Ένα χρόνο είχε να ευπρεπιστεί το μοναχικό ξωκλήσι. Καμιά φορά το επισκέπτονταν περαστικός ψαράς. Ήταν σπουδαίος ψαρότοπος τα νερά της Παναγιάς και άναβε ένα κερί. Όμως στη Χάρη της γινόταν μεγάλο προσκύνημα. Πολλοί κάτοικοι από το πάνω και το κάτω Βαθύ, αλλά και τις γύρω εξοχές, πήγαιναν με τα γαϊδουράκια, ο δρόμος έγινε αργότερα, γύρω στο 1967, να λειτουργηθούν και να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγιάς, που για λόγους ασφαλείας μεταφερόταν κάθε χρόνο από το ναΐσκο της απέναντι ακτής, της Αγίας Παρασκευής όπου φυλασσόταν, στο μικρό ερημονήσι. Αν ο καιρός δεν βοηθούσε, πήγαιναν μόνο μερικοί τολμηροί άντρες, με τις γυναίκες και τον ιερέα που θα λειτουργούσε. Σπάνια ο καιρός χαλούσε. Η Παναγιά φρόντιζε να είναι καλοτάξιδη η θάλασσα για να μπορέσουν να έρθουν πολλοί προσκυνητές στη γιορτή της...
Από τα ξημερώματα βάρκες και ψαρότρατες και μικρά καΐκια ξεκινούσαν να μεταφέρουν δωρεάν τους προσκυνητές στο νησί, ενώ γυναίκες της περιοχής, μαζί με τον ιερέα που θα λειτουργούσε, βρισκόταν μια μέρα νωρίτερα για να μεταφέρουν τις προμήθειες και να καθαρίσουν το ξωκλήσι και το μονοπάτι, που οδηγούσε από τη μικρή αποβάθρα στο ξωκλήσι της Παναγιάς.
Ένα χρόνο είχε να ευπρεπιστεί το μοναχικό ξωκλήσι. Καμιά φορά το επισκέπτονταν περαστικός ψαράς. Ήταν σπουδαίος ψαρότοπος τα νερά της Παναγιάς και άναβε ένα κερί. Όμως στη Χάρη της γινόταν μεγάλο προσκύνημα. Πολλοί κάτοικοι από το πάνω και το κάτω Βαθύ, αλλά και τις γύρω εξοχές, πήγαιναν με τα γαϊδουράκια, ο δρόμος έγινε αργότερα, γύρω στο 1967, να λειτουργηθούν και να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγιάς, που για λόγους ασφαλείας μεταφερόταν κάθε χρόνο από το ναΐσκο της απέναντι ακτής, της Αγίας Παρασκευής όπου φυλασσόταν, στο μικρό ερημονήσι. Αν ο καιρός δεν βοηθούσε, πήγαιναν μόνο μερικοί τολμηροί άντρες, με τις γυναίκες και τον ιερέα που θα λειτουργούσε. Σπάνια ο καιρός χαλούσε. Η Παναγιά φρόντιζε να είναι καλοτάξιδη η θάλασσα για να μπορέσουν να έρθουν πολλοί προσκυνητές στη γιορτή της...
Η ετοιμασία όμως της πατροπαράδοτης «γιορτής» γινόταν στη στεριά. Εκεί οι παρασκευαστές, αφού όλη τη νύχτα ξαγρυπνούσαν με κρασί, ούζα και μεζέδες στο ψήσιμο της «γιορτής», περίμεναν να γυρίσουν οι προσκυνητές, να φέρει ο παπάς τον αγιασμό και την εικόνα της Παναγίας, για να ξεκινήσει η διανομή της. Στη φωτογραφία, η λειτουργία στο ξωκλήσι έχει τελειώσει και οι βάρκες ξεκινούν το ταξίδι της επιστροφής. Η θάλασσα είναι λάδι.
Η «μυρουδιά» της γιορτής που φτάνει απ’ τη στεριά και το γλέντι που θα ακολουθήσει στις εξοχές και τα καφενεδάκια, κάνει τους ανυπόμονους επιβάτες, να τρέχουν πιο γρήγορα από τις βάρκες...
Όμως όλα θα γίνουν στη ώρα τους. Τα πλοιάρια θα κάνουν πολλές φορές αυτή την διαδρομή, μια απόσταση 1.500 μέτρα, για να μη μείνει κανένας προσκυνητής αμανάτι στο ακατοίκητο νησί.
Μερικοί βρίσκουν την ευκαιρία να ψαρέψουν. Πάνε στα βράχια,
ξετυλίγουν πετονιές και τους αρκεί να ακούνε τις ψαλμωδίες από μακριά. Είναι οι
τελευταίοι που εγκαταλείπουν με λύπη τον υπέροχο ψαρότοπο της Παναγιάς. Όταν
φεύγει και η τελευταία βάρκα, το νησί θα μείνει για ένα χρόνο στην ερημιά και
την εγκατάλειψη, να βολοδέρνει με τους ανέμους και να το λούζουν οι άγριοι
νοτιάδες.
Από την έντυπη έκδοση του Σαμιακού Βήματος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου