17 Νοε 2016

Μήνυμα του αντιπεριφερειάρχη Σάμου για την επέτειο του βομβαρδισμού

Ο αντιπεριφερειάρχης Σάμου Ν. Κατρακάζος
Μήνυμα για την επέτειο του βομβαρδισμού έστειλε ο αντιπεριφερειάρχης Σάμου, κος Νίκος Κατρακάζος, επισημαίνοντας πως καθήκον όλων μας είναι να μη λησμονούμε αυτούς που αγωνίστηκαν και που θυσιάστηκαν για τον τόπο μας. Συγκεκριμένα ο κος Κατρακάζος αναφέρει:

«Η 17η Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί ως ημέρα μνήμης για τα θύματα του βομβαρδισμού της Σάμου στις 17/11/1943 από τους Γερμανούς. Ένας σφοδρότατος και καταστροφικός βομβαρδισμός για την πόλη της Σάμου και το Πυθαγόρειο, όχι κατά στρατιωτικών στόχων, αλλά κατά κατοίκων και κτιρίων. Ο βομβαρδισμός είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν δεκάδες ανθρώπινες  ζωές και να προκληθούν τεράστιες υλικές ζημιές.

Καθήκον όλων μας είναι να μη λησμονούμε αυτούς που αγωνίστηκαν, αλλά και θυσιάστηκαν στον τόπο μας. Επίσης, καθήκον μας είναι να μεταφέρουμε στη νέα γενιά όλα τα γεγονότα που σημάδεψαν τη σύγχρονη ιστορία μας. 

Ευχαριστούμε το φιλόλογο, τέως Προϊστάμενο των ΓΑΚ Αρχείων Νομού Σάμου κ. Χρίστο Λάνδρου, που ανταποκρίθηκε στην παράκλησή μας και διέθεσε ιστορικό σημείωμα, το οποίο και κοινοποιούμε με στόχο την ενημέρωση των νεότερων συμπατριωτών μας».


Ο ΝΟΕΜΒΡΗΣ ΤΩΝ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΩΝ. ΣΑΜΟΣ, 1940, 1943

Η Σάμος, στη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου, βομβαρδίστηκε δυο φορές, και τις δυο μήνα Νοέμβρη. Πρώτη φορά το 1940 από ιταλικά αεροπλάνα και τη δεύτερη από γερμανικά, στις 17 Νοεμβρίου 1943.

Ο ιταλικός βομβαρδισμός
Ο βομβαρδισμός από τους Ιταλούς έγινε εξαιτίας της επίθεσης που οργάνωσαν και πραγματοποίησαν Σαμιώτες εναντίον ιταλικού φυλακίου στο Αγαθονήσι, στις αρχές του ελληνοϊταλικού πολέμου. 

Το Αγαθονήσι ανήκει στα Δωδεκάνησα που βρίσκονταν υπό ιταλική κατοχή από το 1911. Η απάντηση των Ιταλών υπήρξε άμεση. Στις 18 Νοεμβρίου 1940, τρία πολεμικά πλοία βομβάρδισαν το Τηγάνι (σημ. Πυθαγόρειο), ενώ την ίδια μέρα  έξι ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το λιμάνι του Βαθιού (σημ. Σάμος) για περίπου μισή ώρα. Στην εφημερίδα ΑΙΓΑΙΟΝ που περιγράφει το γεγονός σημειώνονται μεταξύ άλλων και τα εξής «Ερρίφθησαν πολλαί βόμβαι διαφόρων διαστάσεων. Τινές εκ τούτων ήσαν πλέον των 200 κιλών. … Εφονεύθη έν άτομον και ετραυματίσθησαν ελαφρώς δύο άλλα, υπέστησαν δε καταστροφάς οικήματά τινα….» Μερική καταστροφή υπέστη και η οιναποθήκη της Ένωσης  Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου (ΕΟΣΣ), στο Τηγάνι.[1]

Οι βομβαρδισμοί επαναλήφθηκαν το Σάββατο 22 Νοεμβρίου 1940. Ρίχτηκαν βόμβες στο Τηγάνι, Μυτιληνιούς και Χώρα, αλλά οι ζημιές που προκλήθηκαν ήταν ασήμαντες. Οι Ιταλοί θέλησαν έτσι να τιμωρήσουν τους Σαμιώτες για την επίθεση εναντίον του Αγαθονησιού.

17 Νοεμβρίου 1943. Ο ανελέητος βομβαρδισμός των Γερμανών
Ο βομβαρδισμός της Σάμου το 1943 από τους Γερμανούς υπήρξε σφοδρότατος και καταστροφικός. Το νησί τελούσε υπό ιταλική κατοχή από το Μάιο του 1941. Πολύ σύντομα, μετά το πρώτο σοκ που υπέστη ο πληθυσμός από την κατοχή και τον σκληρό χειμώνα του ’41, αναπτύχθηκε στη Σάμο ισχυρό κίνημα Εθνικής Αντίστασης που  αναπτέρωσε το ηθικό των κατοίκων, έθρεψε ελπίδες και ελαχιστοποίησε τις περιπτώσεις συνεργασίας με τον κατακτητή περιορίζοντας συνάμα και την αποτελεσματικότητα των μέτρων πολιτιστικής αλλοτρίωσης του πληθυσμού που έθεσαν σε εφαρμογή οι Ιταλοί. Τα συσσίτια για παράδειγμα που οργανώθηκαν στις πόλεις από τους Ιταλούς και τα σχολεία εκμάθησης της ιταλικής γλώσσας δεν είχαν καμιά απήχηση στους Σαμιώτες.

Συγκροτήθηκαν διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις στο νησί αλλά η πιο αξιόμαχη αναδείχθηκε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο με τις ανταρτικές του ομάδες που δρούσαν στις ορεινές περιοχές του νησιού. Υποστηρικτής της αντιστασιακής δράσης και θερμός εμψυχωτής του λαού υπήρξε ο μητροπολίτης Ειρηναίος ο οποίος με τη στάση του και τους λόγους άσκησε μεγάλη επιρροή στη διατήρηση της εθνικής αξιοπρέπειας των Σαμιωτών. Εκτός από το ΕΑΜ και άλλοι πατριώτες αγωνίσθηκαν εναντίον των κατακτητών σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής. Αξίζει να αναφερθεί η ηρωική και παράτολμη συμμετοχή του Μήτσου Δημητριάδη σε αποστολή από το Συμμαχικό Στρατηγείο Μ.Α.  στη Σάμο.  

Το Σεπτέμβριο 1943, ύστερα από τις φονικές μάχες των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Ιταλών και τις εκτελέσεις πατριωτών στην Καστανιά, έγινε ανακωχή μεταξύ Ιταλών και συμμάχων, ύστερα από τη συνθηκολόγηση του Μπαντόλιο. Οι επικεφαλής της ιταλικής μεραρχίας CUNEO  συναντήθηκαν με την ηγεσία του ΕΑΜ και τον μητροπολίτη Ειρηναίο κι έτσι η Σάμος υπήρξε το πρώτο ελληνικό ή πιο σωστά το πρώτο ευρωπαϊκό έδαφος που απελευθερώθηκε στο 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Οι Ιταλοί έγιναν «συνεμπόλεμοι» κατά των Γερμανών. Η απελευθέρωση, γνωστή ως «προσωρινή απελευθέρωση της Σάμου» διήρκεσε περίπου εβδομήντα ημέρες. Στο διάστημα αυτό το νησί διοικήθηκε από Προσωρινή Διοικητική Επιτροπή με επικεφαλής τον μητροπολίτη Ειρηναίο. Τότε ήρθε στη Σάμο ο υπουργός της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης στο Κάιρο Μανόλης Σοφούλης και περί τα τέλη Οκτωβρίου ο Ιερός Λόχος, μαχητές του οποίου έπεσαν με αλεξίπτωτα στη Βλαμαρή.

Η γερμανική αντίδραση στις εξελίξεις υπήρξε σκληρότατη, βίαιη και καλά μελετημένη, τόσο εναντίον των πρώην συμμάχων τους όσο και εναντίον της Σάμου και των συμμάχων που είχαν έλθει στο νησί.  Οι σύμμαχοι στο διάστημα της προσωρινής απελευθέρωσης δεν εξόπλισαν τη Σάμο ικανοποιητικά για να αντιμετωπίσει μια πιθανή επίθεση, ίσως από φόβο μήπως εξοπλίσουν τους αντάρτες και ενισχύσουν τις δυνάμεις τους, παρόλο που το Ε.Α.Μ. Σάμου είχε αναγνωρίσει την κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής. Πιθανόν η αδράνεια των συμμάχων να εξυπηρετούσε άδηλες προσδοκίες τους και την πολιτική τους η οποία στόχευε να εξωθήσει την Τουρκία, ώστε να εγκαταλείψει την ουδέτερη στάση που τηρούσε και να βγει στον πόλεμο με στο πλευρό των συμμάχων με το αζημίωτο βέβαια. 

Αρκετές μαρτυρίες συντείνουν στην επαλήθευση αυτής της υπόθεσης. Οι σύμμαχοι υπόσχονταν πολλά οφέλη στην Τουρκία μεταξύ των οποίων και κάποια νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Οι Γερμανοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα και στις αρχές Νοεμβρίου του 1943 επιτέθηκαν κατά της Λέρου όπου υπήρχε ναυτική βάση των Ιταλών. Μετά τη Λέρο ήρθε η σειρά της Σάμου. Ο αεροπορικός βομβαρδισμός της Σάμου από τους Γερμανούς έγινε στις 17 Νοεμβρίου 1943 και διήρκεσε τρεις ώρες. Βαθύ και Τηγάνι υπέστησαν μεγάλες καταστροφές. Τα κτίρια της παραλίας στο Βαθύ, αποθήκες καπνών, το κτίριο της Νομαρχίας (πρώην ηγεμονικό μέγαρο), πλήθος  κατοικιών, καθώς και ο παραλιακός δρόμος της πρωτεύουσας καταστράφηκαν. Το ίδιο και στο Τηγάνι. 

Σπίτια, δρόμοι, κτίρια, ο  ταρσανάς του Ωρολογά ισοπεδώθηκαν. Ο τόπος γέμισε καπνούς και ερείπια. Στο Τηγάνι, παρά τις μεγάλες υλικές ζημιές, υπήρξαν λίγα ανθρώπινα θύματα. Οι κάτοικοι είχαν καταφύγει εγκαίρως στις σπηλιές του παρακείμενου βουνού της Σπηλιανής. Μόνον τρία άτομα σκοτώθηκαν. Αντίθετα στο Βαθύ, εκτός από τις μεγάλες υλικές ζημιές σκοτώθηκαν πολλοί περισσότεροι και άλλοι υπέκυψαν αργότερα στα τραύματά τους. Ο Ιπποκράτης Ζαΐμης, ένας από τους ηγέτες του Ε. Α. Μ., που βρισκόταν στο Βαθύ την ημέρα εκείνη και έζησε τη γερμανική επίθεση περιγράφει την εικόνα της βομβαρδισμένης πολιτείας και δίνει την εξήγηση της τόσο μεγάλης σφοδρότητας του γερμανικού βομβαρδισμού. « … Μόλις όμως έφτασα στην πλατεία, όλο το Βαθύ ήταν καλυμμένο μ’  ένα πηχτό σύννεφο σκόνης. Δεν έβλεπα να βαδίσω…. Ο βομβαρδισμός τελείωσε έπειτα από τρεις ώρες. … το Βαθύ κείτονταν σ’ ερείπια. Είχε τελείως νεκρώσει. Ήταν μια νεκρή, εγκαταλειμμένη πολιτεία. Από την Εθνική Τράπεζα έβγαιναν στήλες καπνού. …. Δυσκολευτήκαμε στην αρχή να ερμηνεύσουμε αυτόν τον τρομαχτικό βομβαρδισμό που είχε σαν συνέπεια την καταστροφή του Βαθιού και του Τηγανιού. Στρατιωτικοί στόχοι δεν υπήρχαν. Όπως δεν υπήρχε και βιομηχανία πολεμική. … Όμως το ότι τα βομβαρδισμένα αυτά κέντρα γειτόνευαν με τη Μ. Ασία, αυτό μας έβαλε εκείνη την εποχή σε υποψία ότι οι βομβαρδισμοί αυτοί οι τόσο άγριοι θα έπρεπε να έχουν κάπως σαν σκοπό και την Τουρκία. Πραγματικά όταν αργότερα βρεθήκαμε στη Σμύρνη, πληροφορηθήκαμε ότι κατά τον Οκτώβρη με Νοέμβρη γίνονταν διαπραγματεύσεις μεταξύ Τουρκίας και Αγγλοαμερικάνων για την παραχώρηση αεροδρομίων στους συμμάχους. Οι βομβαρδισμοί όμως της Σάμου και η πλήρης απουσία συμμαχικής αεροπορίας έκαμαν τους Τούρκους ν’ αρνηθούν την παραχώρηση των αεροδρομίων τους στους συμμάχους …» [2]

Τις ίδιες περίπου εικόνες δίνουν κι άλλοι αυτόπτες μάρτυρες εκείνης της ημέρας.

Την επαύριον των καταστροφικών βομβαρδισμών και πριν καταλάβουν το νησί οι γερμανικές δυνάμεις, άρχισε η μεγάλη έξοδος. Οι Σαμιώτες κατά χιλιάδες πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Μέσω της Τουρκίας περίπου οχτώ χιλιάδες άνθρωποι κατέφυγαν στη Μέση Ανατολή.

Ωστόσο η πόλη της Σάμου είχε την εμπειρία ενός ακόμη βομβαρδισμού στην περίοδο της Κατοχής. Αυτή τη φορά συμμαχικού. Τον Σεπτέμβριο του 1944 συμμαχικά αεροπλάνα βομβάρδισαν και βύθισαν  μέσα στο λιμάνι του Βαθιού το γερμανικό αρματαγωγό «ΑΣΛΑΝ» που ήταν φορτωμένο με πολεμικό υλικό και ετοιμαζόταν να αποπλεύσει.[3] Το πλοίο βυθίστηκε κι όταν αργότερα γινόταν η επιχείρηση καθαρισμού του λιμανιού λανθασμένες ενέργειες δυτών ανατίναξαν το πλοίο, ενώ η τρομερή έκρηξη που επακολούθησε προξένησε σοβαρότατες ζημιές στο λιμάνι και σε κατοικίες

Η ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης πολιτείας του Βαθιού άρχισε μετά την απελευθέρωση με πολύ αργούς ρυθμούς. Τα σημάδια του γερμανικού βομβαρδισμού φαίνονταν για πολλές δεκαετίες. Μερικά υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Οι κάτοικοι της πόλης προσπάθησαν να ορθοποδήσουν και να βοηθήσουν στη εκ νέου λειτουργία της πόλης, αφού είχαν καταστραφεί το δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης και το λιμάνι. Για την ανοικοδόμηση της πόλης ιδρύθηκε μετά την απελευθέρωση το 1945 ο Σύλλογος Φίλων Πόλεως Λιμένος Βαθέος Σάμου με πρόεδρο τον συμβολαιογράφο Νίκο Κιράνη, ο οποίος συνέβαλε όσο κανείς άλλος στη θεραπεία της πόλης από τα τραύματα του γερμανικού βομβαρδισμού.

Μέχρι σήμερα δεν έχει στηθεί κανένα μνημείο που να θυμίζει στους επερχόμενους τη βαρβαρότητα του πολέμου και τα αθώα θύματα του ναζισμού.

Χ. Λάνδρος, φιλόλογος



[1] Εφ. ΑΙΓΑΙΟΝ, φ. 2704/26-11-1940 «Τα ανδραγαθήματα των Ιταλών». Το γεγονός περιγράφεται αναλυτικά  στο Βαγγ. Δημητριάδης, «Το Τηγάνι 1940-1950», Σάμος, Δεκέμβριος 2001, σ. 6 κ.ε.. Ο Δημητριάδης αξιοποιεί δημοσιευμένες και αδημοσίευτες πηγές, καθώς και πλήθος προφορικών μαρτυριών που έχει συλλέξει για την επίθεση στο ιταλικό φυλάκιο Αγαθονησίου και την αιχμαλωσία Ιταλών πεζοναυτών από την καταδρομική ομάδα της Σάμου.
[2] Ιπποκράτης Ζαΐμης, «Ο βομβαρδισμός του Βαθιού», Απόπλους, τεύχ. 14-16, σ. 241-245
[3] Αγγελα Χατζημιχάλη, «Χρονολόγιο Κατοχής 1941-1944», Απόπλους, τεύχ. 14-16, σ. 161-165

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΓΡΑΨΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ ΣΤΑ ALERTS ΤΟΥ ΣΑΜΙΑΚΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ

Δώστε μας ένα Email σας για να μαθαίνετε πρώτοι τι συμβαίνει

* indicates required